Η «τέλεια καταιγίδα» στα εθνικά θέματα
Λευκωσία και Αθήνα έπεσαν στην παγίδα της Άγκυρας και του μεσολαβητή του ΟΗΕ, για πολυμερή διάσκεψη - Η Τουρκία απειλεί την ελληνική κυριαρχία και ο Ράμα βάζει θέμα Τσάμηδων και συνεκμετάλλευσης των κοιτασμάτων του Ιονίου
Κωνσταντίνος Τσάκαλος
: ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Εν μέσω σφοδρής καταιγίδας στα εθνικά θέματα κινδυνεύει να βρεθεί η χώρα, καθώς τα σύννεφα από κάθε πλευρά πυκνώνουν και γίνονται απειλητικά, τη στιγμή που η Ελλάδα αγωνίζεται να βρει άκρη με τους δανειστές ώστε να αποφευχθεί η πλήρης κοινωνική και οικονομική κατάρρευση.
Με τους χειρότερους φόβους να επιβεβαιώνονται, η Ελλάδα σήμερα -και ενώ παραμένει δέσμια ενός σκληρού Μνημονίου, που διαλύει κάθε προοπτική ανάκαμψης και με την κοινωνία να υποφέρει- βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολλαπλή κρίση: Η Τουρκία του Ερντογάν ζητεί αλλαγή συνόρων και απειλεί την Ευρώπη ότι θα ανοίξει την πόρτα σε 3.000.000 πρόσφυγες, τα Τίρανα εκβιάζουν βάζοντας θέμα Τσάμηδων και απαιτώντας συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων του Ιονίου και το Κυπριακό κινείται σε μια λεπτή γραμμή, θέτοντας σε κίνδυνο εκτροχιασμού όχι μόνο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και την ενότητα του μετώπου Αθήνας - Λευκωσίας. Και όλα αυτά εκτυλίσσονται εν μέσω της πιο απρόβλεπτης διεθνούς πολιτικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών, με τις ΗΠΑ να είναι εντελώς απρόβλεπτες μετά την ανάληψη της Προεδρίας από τον κ. Τραμπ και με τις εκλογές σε Αυστρία, Γαλλία, Ολλανδία και Γερμανία καθώς και το δημοψήφισμα στην Ιταλία να συνθέτουν ένα εκρηκτικό σκηνικό.
Η τροπή που πήραν οι συνομιλίες στο Κυπριακό επιβεβαίωσαν όσους προειδοποιούσαν για το παιγνίδι που στήνεται από την τουρκική πλευρά με τη στήριξη και του μεσολαβητή Έσπεν Μπαρθ Άιντα, που θέλησαν να εγκλωβίσουν τη Λευκωσία και την Αθήνα σε μια διάσκεψη (η ελληνική πλευρά ζητούσε πολυμερή, η Τουρκία ζητά πενταμερή) οπού όλα τα μεγάλα θέματα που αφορούν τους Ελληνοκύπριους (εδαφικό, περιουσιακό, επιστροφή προσφύγων και ασφάλεια / εγγυήσεις ) θα ήταν ανοικτά. Έτσι θα υποχρεωνόταν η ελληνική πλευρά να προβεί σε νέες παραχωρήσεις, και μάλιστα στα θέματα της ασφάλειας, για να πάρει στο εδαφικό αυτά που θα έπρεπε να είχε εξασφαλίσει ο κ. Αναστασιάδης σε προγενέστερο στάδιο των συνομιλιών, όταν προέβαινε σε παραχωρήσεις που αφορούσαν τη διακυβέρνηση, την κατανομή των εξουσιών μεταξύ των δύο συνιστώντων κρατιδίων κ.ά.
Ο κ. Αναστασιάδης μάλιστα φάνηκε να δέχεται να συγκληθεί η διάσκεψη ακόμη και χωρίς να έχει υπάρξει συμφωνία για το εδαφικό, όπως αρχικά είχε δεσμευθεί, μιας και ο Ακιντζί δεν είχε την εξουσιοδότηση από την Άγκυρα για να διαπραγματευθεί. Κι όταν έγινε αντιληπτός ο στόχος της τουρκικής πλευράς, η Αθήνα, για να αποφευχθεί μια τέτοια εξέλιξη, ζήτησε να προηγηθεί συνάντηση Τσίπρα - Ερντογάν, ώστε να αναζητηθεί κοινός τόπος στα θέματα της ασφάλειας και να μην οδηγηθούμε σε μια πολυμερή διάσκεψη, η αποτυχία της οποίας θα ήταν προδιαγεγραμμένη, με σοβαρότατες συνέπειες τόσο για το Κυπριακό όσο και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η στάση του Ακιντζί, ο οποίος υπαναχώρησε από τις αρχικές δεσμεύσεις του στο εδαφικό, αλλά και η επιθετική ρητορική της Τουρκίας, κυρίως όμως η επιφυλακτική στάση της Αθήνας σε ό,τι αφορά την προοπτική να παραμείνουν και μετά τη λύση για αρκετά χρόνια τουρκικά στρατεύματα στην Κύπρο, έχουν πλήξει σημαντικά την αξιοπιστία της διαδικασίας, προκαλώντας την καχυποψία των Ελληνοκυπρίων.
Τώρα ο μεσολαβητής του ΟΗΕ θα αναζητήσει και πάλι τρόπο για επανάληψη της διαδικασίας, αλλά μέσα στο βαρύ κλίμα που διαμορφώνουν όσα προηγήθηκαν στο Μον Πελεράν και ενώ κορυφώνεται η αντιπαράθεση του Ερντογάν με την Ευρώπη. Και σε αυτό το πλαίσιο μπορεί μεν να είναι αναγκαία -σε θεωρητικό επίπεδο- μια συνάντηση Τσίπρα - Ερντογάν (πιθανολογείται ότι θα γίνει στις 4 Δεκεμβρίου στο Άμπου Ντάμπι), ώστε να γίνει βολιδοσκόπηση των τουρκικών προθέσεων τόσο στο Κυπριακό όσο και στο Προσφυγικό, αλλά ενέχει και τον κίνδυνο της κρίσης, εφόσον δεν επιτευχθεί ένα μίνιμουμ συναίνεσης είτε στο Κυπριακό είτε στο Προσφυγικό…
Όμως, όσο κι αν η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να σπρώξει κάτω από το χαλί την ευθεία αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας από τον Ερντογάν με το γνωστό επιχείρημα ότι πρόκειται περί «εξαγωγής εσωτερικών προβλημάτων», όλοι γνωρίζουν ότι οι σχέσεις όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης και όλης της περιοχής με την Τουρκία έχουν μπει σε νέα βάση.
Η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης και η απαίτηση για αλλαγή της δεν είναι μια απλή ρητορική παρεκτροπή του κ. Ερντογάν, αλλά αποτελεί πλέον τον κεντρικό πυρήνα της πολιτικής του για την οικοδόμηση μιας νέας Τουρκίας, εντελώς διαφορετικής από αυτή που ίδρυσε ο Κεμάλ πριν από εκατό σχεδόν χρόνια και η μετεξέλιξη αυτή μπορεί να γίνει όχι μόνο με την αλλαγή του πολιτικού συστήματος αλλά και με αλλαγή των συνόρων. Και μπορεί η «όρεξη» του Σουλτάνου να περιλαμβάνει κυρίως τη Μοσούλη και τη Βόρεια Συρία, αλλά οι συνεχείς αναφορές του στα νησιά του Αιγαίου -«αν φωνάξεις από την ακτή της Τουρκίας, η φωνή σου ακούγεται σε αυτά»- θέτουν μια μόνιμη και υπαρκτή απειλή εναντίον της ελληνικής κυριαρχίας.
Το γεγονός μάλιστα ότι, συστηματικά και τακτικά πλέον, υπάρχουν έμπρακτες αμφισβητήσεις της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων καθώς και προκλητικές υπερπτήσεις πάνω από νησιά, όπως η Παναγιά των Οινουσσών, που επισήμως η Τουρκία είχε εντάξει στις «γκρίζες ζώνες», συμπληρώνουν ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο σκηνικό, το οποίο καμιά ελληνική κυβέρνηση -όσο κι αν το επιδιώκει- δεν μπορεί να παραβλέψει.
Όσον αφορά την Αλβανία, η συνέντευξη του Έντι Ράμα στον ΣΚΑΪ διέλυσε κάθε αμφιβολία για τις προθέσεις του αλβανού πρωθυπουργού να επενδύσει στον αλυτρωτισμό και στον εθνικισμό.
Μιλώντας για τη «φυσική Αλβανία», που ταυτίζεται με τη Μεγάλη Αλβανία, ο κ. Ράμα υιοθέτησε τη γνωστή επιχειρηματολογία του αλβανικού εθνικισμού, που κρύβεται πλέον πίσω από «ευρωπαϊκό προσωπείο», και αναφέρθηκε στην ευρωπαϊκή Αλβανία. Ο αλβανικός εθνικισμός, χωρίς να θέτει άμεσα θέμα συνόρων, ομιλεί για συνένωση των αλβανικών πληθυσμών στα Βαλκάνια μέσω της ενσωμάτωσης των χωρών στην ΕΕ.
Όμως ο κ. Ράμα, για πρώτη φορά επίσημα (αν και έχουν υπάρξει αλβανικά διαβήματα στο παρελθόν), αμφισβήτησε την ελληνική ΑΟΖ στο Ιόνιο και επισήμως, αντί να δεχθεί την εφαρμογή ή τουλάχιστον την τροποποίηση της συμφωνίας που είχε υπογραφεί μεταξύ των δύο χωρών (για την οποία έχει εκδώσει ακυρωτική απόφαση το ανώτατο δικαστήριο της Αλβανίας), ζήτησε τη… συνεκμετάλλευση των φυσικών πόρων της περιοχής, δασκαλεμένος προφανώς από τους συμμάχους του στην Άγκυρα.
Επιβεβαιώνοντας μάλιστα όσα επανειλημμένα έχουμε επισημάνει, ο κ. Ράμα ζήτησε να υπάρξει διάλογος εφ’ όλης της ύλης, υπό μορφή πακέτου, για όλα τα εκκρεμή προβλήματα στις διμερείς σχέσεις, όπου, φυσικά, οι Αλβανοί θέτουν στην κορυφή την άρση του εμπόλεμου, με νομική μορφή που θα επιτρέψει να ανοίξουν και πάλι κεφάλαια που έχει κλείσει η Ιστορία, αλλά και το Τσαμικό…
Σε ό,τι αφορά τη Χειμάρρα, ο αλβανός πρωθυπουργός με τις δηλώσεις του απλώς επιβεβαίωσε τις ανησυχίες ότι η πολιτική αφομοίωσης ή εκδίωξης προς την Ελλάδα των μελών της ελληνικής εθνικής μειονότητας αποτελεί βασικό στοιχείο της πολιτικής του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου